- τοτεμισμός
- ο тотемизм
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
τοτεμισμός — ο, Ν 1. εθνολ. πλέγμα ιδεών και πρακτικών, σε μερικούς λαούς, οι οποίες βασίζονται στην πίστη ότι υπάρχει συγγένεια ή μυστική σχέση μεταξύ ενός ανθρώπου ή μιας ομάδας ανθρώπων και φυσικών αντικειμένων, όπως είναι τα ζώα και τα φυτά 2. φρ. α)… … Dictionary of Greek
τοτεμισμός — ο η πίστη στα τοτέμ (βλ. λ.) και το σύνολο των εθίμων που σχετίζονται με αυτά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
τοτέμ — Λέξη των Ερυθρόδερμων Ογκιμπουέι της Βόρειας Αμερικής, που χρησιμοποιείται ως όρος για τον χαρακτηρισμό ενός ορισμένου ζώου ή φυτού ή ενός στοιχείου της φύσης, με το οποίο το άτομο ή η ομάδα, όπως πιστεύουν, έχουν σχέση συγγένειας ή… … Dictionary of Greek
κοσμογονία — Το σύνολο των μύθων και των παραδόσεων που ερμηνεύουν την προέλευση του κόσμου και του ανθρώπου. Η έννοια της κ. δεν αντιστοιχεί πάντοτε στην έννοια της δημιουργίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις περιγράφεται ως μεταμόρφωση μιας αδιαφοροποίητης… … Dictionary of Greek
Λεβί-Στρος, Κλοντ — (Claude Lévi Strauss, Βρυξέλλες 1908 –). Γάλλος εθνολόγος. Σπούδασε φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο της Σορβόνης και το 1935 διορίστηκε καθηγητής της κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο του Σαο Πάολο της Βραζιλίας. Από την περίοδο αυτή χρονολογούνται το… … Dictionary of Greek
Λεντάκης, Ανδρέας — (Αντίς Αμπέμπα, Αιθιοπία 1934 – 1997). Πολιτικός και συγγραφέας. Σπούδασε αρχαιολογία στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Υπήρξε μέλος της γραμματείας της Νεολαίας Λαμπράκη, ένας από τους κύριους εμπνευστές και οργανωτές της Μαραθώνιας … Dictionary of Greek
παλαιολιθική εποχή — Το πρώτο και μεγαλύτερο σε χρονική διάρκεια μέρος της εποχής του λίθου. Η π.ε. τοποθετείται χρονικά στο δεύτερο μισό του πλειστόκαινου και οι αρχές της ανάγονται, συμβατικά βέβαια, γύρω στα 600.000 π.Χ. Αν πάρουμε λοιπόν υπόψη μας ότι η… … Dictionary of Greek